του Αντώνη Αυγερινού

Η Κωνσταντινούπολη και οι σχέσεις των Φαναριωτών με την επαναστατημένη Ελλάδα

Το Φανάρι είναι συνοικία της Κωνσταντινούπολης, μεταξύ του τείχους του Κωνσταντίνου και του Θεοδοσιανού τείχους. Βρίσκεται γύρω από τον πέμπτο λόφο της Πόλης και βρέχεται από τον Κεράτιο κόλπο. Από τα σημαντικότερα τοπόσημα στην περιοχή, μεταξύ άλλων είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο που εδρεύει εκεί από το 1601, η Μεγάλη του Γένους Σχολή.

Οι όροι «Φαναριώτες», «Φαναριωτισμός» και τα παράγωγά τους είναι μεταγενέστεροι από την εποχή τους ιστορικοί όροι. Σύμφωνα με τους Παπασταματίου και Κωτζαγεώργη στο βιβλίο «Ιστορία του νέου ελληνισμού κατά τη διάρκεια της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας (2015)» ένας ορισμός για τους Φαναριώτες είναι: «Ένα σύνολο οικογενειών, με συνείδηση αρχοντικής καταγωγής, ιστορικά τεκμηριωμένης ή όχι, οι οποίες διέμεναν στην συνοικία του Φαναρίου της Κωνσταντινούπολης και μονοπωλούσαν για περίπου έναν αιώνα τα τρία σημαντικά κρατικά αξιώματα, του Μεγάλου Διερμηνέα της Πύλης, του Διερμηνέα του Στόλου και των Ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας. Η χρονική έκταση ακμής τους καλύπτει τα χρόνια 1661-1821, περίοδο που κατείχαν αδιάλειπτα τα παραπάνω αναφερόμενα αξιώματα.»

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, μέλη της Βυζαντινής Αριστοκρατίας, κατάφεραν να διαφύγουν. Ωστόσο, κάποια μέλη της παρέμειναν διατηρώντας κατά αυτό τον τρόπο την κοινωνική και πολιτική τους παρουσία στην Πόλη. Συνεπώς δεν υπάρχει μια ρήξη ή ασυνέχεια στην ιστορική πορεία της βυζαντινής αριστοκρατίας, αλλά μετασχηματισμός με βάση τα νέα «πολιτικά δεδομένα». Μέλη των πρώην βυζαντινών αρχοντικών οικογενειών διατήρησαν εξέχουσες θέσεις στην αυτοκρατορική διοίκηση και εκμεταλλεύτηκαν τα νέα επιχειρηματικά πεδία που ανοίχτηκαν. Η ιδιόμορφη αυτή μεταβυζαντινή αριστοκρατία εμπλουτίστηκε και από πληθυσμούς των πρώην βυζαντινών επαρχιών. Συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη οικογένειες υπερήφανες για το βυζαντινό παρελθόν τους. Οι επιγαμίες μεταξύ γόνων της παλαιάς αριστοκρατίας και των ανερχόμενων εύπορων οίκων έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία των «Ελλήνων αρχόντων». Κατά το δεύτερο μισό 17ου αιώνα, η ελληνορθόδοξη ελίτ της Πόλης διατηρήθηκε ως είχε, ενώ πηγές αναφέρουν ότι αρκετοί «Ρωμιοί» είχαν καταφέρει να αποκτήσουν μεγάλη περιουσία. Παρόλα αυτά, δεν είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν εκείνο το δίκτυο, ώστε να αποκτήσουν σχέσεις με τις οικογένειες των Φαναριώτων που νέμονταν κρατικές θέσεις.

Στα τέλη του 17ου αιώνα, μια νέα κοινωνική ομάδα «νεόπλουτων» οικογενειών ήρθε να αμφισβητήσει το κύρος των παλαιών και γνωστών αρχόντων της Πόλης, μέσω μίας συγκεκριμένης τακτικής. Κατάφεραν να  διεκδικήσουν και να καταλάβουν κρατικά αξιώματα. Οι οικογένειες των Φαναριωτών μοιράζονταν μεταξύ τους τέσσερα οθωμανικά κρατικά αξιώματα. Αυτά αφορούν τα αξιώματα του Μέγα Δραγουμάνου της Πύλης, του Δραγουμάνου του στόλου και του Ηγεμόνα στις Παραδουνάβιες περιοχές, της Βλαχίας και Μολδαβίας. Άλλα στοιχεία που σκιαγραφούν τους «Φαναριώτες» είναι η (ευγενής) καταγωγή, η περιουσία, αλλά και η άφιξη στην Πόλη, αφού η ισχύς τους εκπορεύεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από την Υψηλή Πύλη. Επιπλέον χαρακτηριστικό των «Φαναριωτών» ήταν η υψηλή παιδεία που κατείχαν. Λάμβαναν την πιο επιμελημένη ανατροφή και μόρφωση, κατά τα πρότυπα της αγωγής των ευγενών της Ευρώπης.  Ήταν πολύγλωσσοι, καθώς και επαρκώς ενημερωμένοι για τις εξελίξεις και τις προόδους της Ευρώπης. Όλα τα παραπάνω φανερώνουν και τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της κοινωνικής αυτής ομάδας.

Η στάση των Φαναριωτών απέναντι στην προοπτική μιας επανάστασης ενάντια στην οθωμανική εξουσία φαίνεται να είχε κριθεί ως υποτονική. Η πλειονότητά τους ήταν συνειδητοποιημένοι Οθωμανοί υπήκοοι και ταυτόχρονα μέλη της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Κωνσταντινούπολης. Η διπλή αυτή ταυτότητα τους οδήγησε αφενός να αποστασιοποιηθούν από επαναστατικές δράσεις εναντίον του Οθωμανικού κράτους και αφετέρου να μεταλαμπαδεύουν με διάφορους τρόπους την ελληνορθόδοξη παιδεία. Η προοπτική να ενταχθούν σε μία επανάσταση με εθνικό περιεχόμενο τους χώρισε σε δύο στρατόπεδα. Υπήρχαν δύο κυρίαρχες τάσεις. Εκφράστηκε  η άποψη ότι οι Φαναριώτες υποστήριζαν την εκ των έσω ανατροπή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή έστω τη σταδιακή και με ειρηνικό τρόπο αντικατάσταση των μουσουλμάνων Οθωμανών με χριστιανούς στην ηγεσία της αυτοκρατορίας. Η παραπάνω άποψη στηρίζεται σε λογικές εικασίες-ερμηνείες της ιστορίας και όχι σε ιστορικά τεκμήρια της εποχής. Η άλλη άποψη αφορά την δημιουργία ενός ελληνικού κράτους μέσα από την επαναστατική και βίαιη αποσκίρτησή του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, άλλοι Φαναριώτες έμειναν αδιάφοροι ως προς τα τεκταινόμενα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες ή στην Πελοπόννησο, ενώ ένας αξιόλογος αριθμός Φαναριωτών εντάχθηκαν στο Αγώνα μετά την έκρηξη του. Από τους ελάχιστους που μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρία πριν από το 1821 ξεχωρίζουν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Οι περισσότεροι που συμμετείχαν έδρασαν πιο πολύ ως μεμονωμένα άτομα παρά ως εκπρόσωποι της τάξης τους.

Το Φανάρι δεν αποτέλεσε επαναστατικό τόπο με την έννοια της βίαιης επιχείρησης για την ανατροπή των πολιτικών δεδομένων. Ακόμη τα άτομα που αποτελούσαν την «κοινωνία των Φαναριωτών» δεν είχαν μια ενιαία στάση και άποψη στο ζήτημα της Επανάστασης. Τα μέλη της χαρακτηρίστηκαν και με αρνητικό πρόσημο για την στάση τους. Κατά την πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα μέσα από το λογοτεχνικό έργο «Ο Ρωσοαγγλογάλλος» και την πολιτική πραγματεία «Ελληνική Νομαρχία», οι Φαναριώτες θα καταγγελθούν ως εχθροί της ελευθερίας και της επανάστασης. Με βάση τα παραπάνω, καθώς μελετούσα την ιστορία, αποφάσισα να ασχοληθώ με τρία συγκεκριμένα πρόσωπα. Τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Τους θεώρησα σημαντικότερους διότι αφενός κατέχουν στο σύνολο τους την «Φαναριώτικη» κουλτούρα, και αφετέρου συμμετείχαν και στις μαχητικές επαναστατικές διαδικασίες. Χαρακτηρίζονται από τον κοσμοπολιτισμό, βασικό στοιχείο των Φαναριωτών, και τον χρησιμοποίησαν ως μέσο για την προετοιμασία της επανάστασης. Ακόμη, πλην του Αλέξανδρου Υψηλάντη, συμμετείχαν και στις μετεπαναστατικές πολιτικές διαδικασίες.

Μέσα από τον κύκλο διαλέξεων του εργαστηρίου, τη βιβλιογραφία, την έρευνα στο διαδίκτυο, σημειώσεις και απομνημονεύματα αγωνιστών επιχείρησα να εντοπίσω, να καταγράψω και να οργανώσω την ιστορική πληροφορία. Από την παραπάνω διαδικασία, κατάφερα να δημιουργήσω τα δίκτυα των ταξιδιών των αγωνιστών και παράλληλα να αντιστοιχίσω τα σημαντικά γεγονότα που έλαβαν χώρα σε κάθε στάση τους. Κάθε στάση ήταν σημαντική, καθώς αποτέλεσε εστία οργάνωσης για την Ελληνική Επανάσταση. Πέραν της έρευνας που αφορούσε τα ταξίδια και τον σκοπό τους, κατέγραψα και τα ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν παράλληλα στην περιοχή του Φαναρίου. Από την μελέτη της συνοικίας του Φαναρίου, ξεχώρισα το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Μεγάλη του Γένους Σχολή, αφού αποτέλεσαν πόλοι έλξης για τα άτομα, που αργότερα συνέθεσαν την κοινωνική ομάδα των Φαναριωτών.  

Έπειτα, για την διαδικασία της οπτικοποίησης, και συγκεκριμένα της χαρτογράφησης με την τεχνική του «Παλίμψηστου», η έρευνα συνεχίστηκε σε έργα τέχνης, εικόνες, σκίτσα, στον τύπο της εποχής κ.α. Επέλεξα να χρησιμοποιήσω ένα χάρτη της γεωγραφικής έκτασης της Ευρώπης, και πάνω σε αυτόν να αφηγηθώ την ιστορία. Πάνω του αποτυπώνεται η γειτονιά του Φαναρίου, και σηματοδοτούνται τα τοπόσημα. Εντοπίζονται τα δίκτυα των τριών προσώπων, τα ταξίδια και οι διαδρομές τους μέχρι την άφιξη τους στην Ελλάδα με αφετηρία το Φανάρι. Ταυτόχρονα σε κάθε στάση, αναδύονται και ιστορικά γεγονότα τα οποία εμφανίζονται με τα μέσα που αναφέρω παραπάνω, μαζί με χρονολογίες. Τα ιστορικά αυτά γεγονότα διαφέρουν στην κλίμακα με την οποία προβάλλονται ανάλογα την σημαντικότητα τους.

Constantinople (Istanbul)* and Fener local residents’ relations to Greeks after the Revolution of 1821

by Antonis Avgerinos

Fener (or Phanari meaning lantern) is a district of Istanbul, Turkey, located in between Constantine’s Wall and the Theodosian Wall. It circles the 5th hill of the city and has direct access to the Golden Horn. Some of it’s most iconic landmarks consist of the Ecumenical Patriarchate located there since 1601 as well as the Greek Orthodox College (Ozel Fener Rum Liesi).

The term given to the residents (Phanariotes), as well as Phanariotism and its derivative terminology are of subsequent historic time. Α definition for these residents is: A sum of families with consciousness about their noble ancestry, whether the fact was historically legitimate or not. They lived in the district of Phanari and they monopolized, for almost a century, three high ranking axioms, Grand Dragoman (meaning translator) of the Porte, Dragoman of the Naval fleet and the Prince(s) of Wlachia (also see Gkika family in Walachia, Moldova) and Moldova. Their heyday lasted from 1661 until 1821, a period where they retained those rankinks referred above. (Papastamatiou and Kotzageorgis, 2015)

After the 1453 fall of Constantinople, parts of the Byzantine Aristocracy managed to flee. Some others though, remained and retained their political and social voice. Therefore, we cannot talk about a wholistic rupture in the history of the Byzantine Aristocracy, rather about a reshaping or conversion according to the new political context. Members of the former lords remained in their administrative positions ions they already had and took advantage of the newly formed corporate chances. This new and diverse “meta – Byzantinian” Aristocracy fleshed by other suburban populations. Their proudly inherent past was established by “weddings” of that time thus forming the new “Greek lords”. Even though they enriched their assets those families did not manage to form connections with the Phanari’s residents that still hold administrative positions (i.e., political powers).

At the set of the 17th century, this new social -gentrified- group of families defies the lords of the city with a specific tact. The new economic power now gains political positions as well. Other characteristics of this social group are their sense of noble ancestry and fortune but also the “coming” to the city itself. They had the most cosmopolitan education with modules from European educational systems and upbringing of lordly values. Thus, they spoke many languages and where well informed about the ongoing events and evolutions taking place in the rest of Europe at that time.

Their stand at the set of a revolution against the Ottoman empire was not attractive to them since they already had enough power to live prosperous lives. Most of them thought themselves as Ottomans and at the same time members of the Greek- orthodox community of Constantinople. This “double” identity made them on the one hand, diplomatically absent from revolutionary stands, and on the other hand, made them able to spread the Greek orthodox education. The perspective of a revolution divided them into two different approaches. First approach says that some tried peacefully (or discreetly) to displace Ottoman Muslims with Christian in the positions of those axioms. Second approach says that the Greek nation was a violent secession through revolution from the Ottoman Empire.

When the Greek Revolution broke out, some Phanariotes remained indifferent to the Peloponnesian events, while many others joined the revolutionary struggle. Some worth mentioned are Alexandros Ypsilantis and Alexandros Mavrokordatos that joined the Society of Friend before 1821. Due to non-violent or non-uniformal state of the community of the place, we cannot talk about a space of revolutionary character. Their members where mostly criticized for their choice of political and economical power over freedom. Having said these, I chose to study mainly those who joined the revolution (Alexandros Ypsilantis, Dimitrios Ypsilantis and Alexandros Mavrokordatos) as I thought their political statement was of most value to the outcome due to their diplomatic and cosmopolitical education.

Through the workshop cycle, the annotated bibliography and Internet research I attempt to find and organize, then highlight the historical information of facts. Through this process I managed to create the “network” of travelers and fighters and at the same time to match the main (important) events and the places. I can now report that the Ecumenical Patriarchate as well as the Greek Orthodox College where the main pillars that continued to affect the Phanari district even after the events.

Then, for the process of visualization, and specifically the mapping with the technique of “Palimpsest”, the research continued in artworks, images, sketches, the press of the time, etc. I chose to use a map of the geographical area of Europe, and on it to narrate the story. The neighborhood of Fanari is imprinted on it, and the landmarks are marked. The networks of the three persons, their travels and routes until their arrival in Greece starting from Fanari are located. At the same time in each stop, historical events emerge which appear with the means I mention above, along with chronologies. These historical events differ in the scale with which they are projected according to their importance.

Αυγερινού Ε. Αντώνιος

Γεννήθηκε στη Ρόδο (1996). Είναι τελειόφοιτος της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πολυτεχνείου Κρήτης. Φοίτησε μέσω του προγράμματος Erasmus στο University of Beira Interior στην Πορτογαλία (2017-2018). Συμμετέχει σε εργαστήρια αρχιτεκτονικής και εκθέσεις: ομαδική έκθεση «Urban Art Project-Another Street in the Wall» (Αθήνα 2017)   εργαστήριο αστικού σχεδιασμού «Παράκτια κατώφλια» του Πολυτεχνείου Κρήτης (2018), εργαστήριο «W.A.Ve. (Workshop Architecture Venice)» του Πανεπιστήμιου I.U.A.V της Βενετίας σε συνεργασία με το Πολυτεχνείο Κρήτης (2020). 

Avgerinou E. Antonios

Born in Rhodes, Greece in 1996. He is enrolled in his senior year at the School of Architecture – the Technical University of Crete. He studied at the University of Beira Interior in Portugal, through his participation in the Erasmus program (2017-2018). He participated in several architecture design-studios and exhibitions; group exhibition “Urban Art Project-Another Street in the Wall” (Athens 2017), Studio of Urban Planning “Coastal Thresholds” of the Technical University of Crete (2018), “W.A.Ve. (Workshop Architecture Venice)” of the I.U.A.V University of Venice in collaboration with the Technical University of Crete (2020).